***
Στο ζήτημα της γενικής
απεργίας, τα γεγονότα στη Ρωσία μας υποχρεώνουν να αναθεωρήσουμε πρώτα απ' όλα
τη γενική αντίληψη του προβλήματος. Μέχρι τώρα, τόσο αυτοί που ήταν οπαδοί
"της γενικής απεργίας" στη Γερμανία όπως ο Μπερνστάιν, ο Άισνερ κλπ,
όσο και οι πιο δυναμικοί αντίπαλοι μιας τέτοιας απόπειρας, που
αντιπροσωπεύονταν πχ στα συνδικάτα από τον Μπέμελμπουργκ, στην ουσία βασίζονταν
και οι δύο στην ίδια αντίληψη, δηλαδή στην αντίληψη των αναρχικών. Οι δυο
φαινομενικά αντίθετοι πόλοι, όχι μόνο δεν αποκλείουν ο ενός τον άλλο αλλά
αντίθετα τον προϋποθέτουν και τον συμπληρώνουν. Σύμφωνα με τον αναρχικό τρόπο
σκέψης, τη θεωρία για τη "μεγάλη αναστάτωση" η μαζική απεργία δεν
είναι για την κοινωνική επανάσταση, παρά ένα εξωτερικό και επουσιώδες
γνώρισμα. Αυτό που έχει σημασία είναι η τελείως αφηρημένη και ανιστορική
εξέταση της μαζικής απεργίας, όπως και όλων των άλλων συνθηκών της
προλεταριακής πάλης, γενικά.
Για τον αναρχισμό
υπάρχουν μόνο δυο πράγματα που ισχύουν σαν υλικές προϋποθέσεις για τις
"επαναστατικές του" θεωρίες: πρώτα απ' όλα η "φαντασία"
και κατόπιν η καλή θέληση και το θάρρος που χρειάζονται για να σωθεί η
ανθρωπότητα από τη σημερινή καπιταλιστική κοιλάδα των δακρύων.
Αυτή η φαντασιόπληκτη συλλογιστική, εδώ και 60 χρόνια καταλήγει στο συμπέρασμα ότι η μαζική απεργία είναι ο συντομότερος, ο πιο ασφαλής και ο πιο εύκολος δρόμος για την πραγματοποίηση του άλματος σε ένα καλύτερο κοινωνικό μέλλον. Αυτή η ίδια όμως συλλογιστική πιο πρόσφατα γέννησε την αντίληψη ότι ο συνδικαλιστικός αγώνας, είναι η μοναδική πραγματική άμεση δράση των μαζών και σήμερα αποτελεί πια γνωστό τροπάριο των Γάλλων και πολλών συνδικαλιστών.
Το κακό πάντα με τον
αναρχισμό ήταν ότι οι μέθοδοι πάλης του που αυτοσχεδιάζονται στο κενό, όχι
μόνο λογαριάζουν χωρίς τον ξενοδόχο, αποδεικνύονται δηλαδή πάντα καθαρές
ουτοπίες, αλλά τις πιο πολλές φορές, επειδή δεν παίρνουν υπόψη τους τις
θλιβερές πραγματικές συνθήκες, καταλήγουν να μετατρέπονται μέσα στη στυγνή
πραγματικότητα σε πρακτικά στηρίγματα της αντίδρασης, εκεί που προηγουμένως
ήταν μόνο επαναστατικές εικασίες. Επομένως, στο ίδιο γήπεδο ταυ αφηρημένου
τρόπου εξέτασης, τοποθετούνται από τη μια μεριά εκείνοι που θάθελαν να
ξεσπάσει προσεχώς στη Γερμανία η μαζική απεργία μια μέρα προκαθορισμένη στο
ημερολόγιο σύμφωνα με την απόφαση της ηγεσίας και από την άλλη μεριά, εκείνοι,
που όπως οι εκπρόσωποι στο συνδικαλιστικό συνέδριο της Κολωνίας θα ήθελαν να
βγάλουν από τη μέση οριστικά το πρόβλημα της μαζικής απεργίας απαγορεύοντας
την "προπαγάνδισή" του.
Και η μια και η άλλη τάση
ξεκινάνε από την κοινή και καθαρά αναρχική ιδέα, άτι η μαζική απεργία είναι
ένα καθαρά τεχνικά όπλο που θα μπορούσε με τη θέλησή μας και συνειδητά, να
"αποφασισθεί" ή αντίστροφα να απαγορευτεί, όπως με ένα σουγιά που
μπορεί κανείς να τον έχει κλειστό για κάθε ενδεχόμενο στην τσέπη του ή αντίθετα
ανοικτό να τον χρησιμοποιήσει όποτε το αποφασίσει. Σίγουρα οι αντίπαλοι της
μαζικής απεργίας, διεκδικούν δίκαια το πλεονέκτημα ότι παίρνουν υπόψη τους τον
ιστορικό χώρο και τις υλικές συνθήκες της σημερινής κατάστασης στη Γερμανία,
σ' αντίθεση με τους "ρομαντικούς της επανάστασης" που πετάνε στα
σύννεφο και δεν θέλουν να λάβουν υπόψη τους τη σκληρή πραγματικότητα, τις
δυνατότητες και τις αδυναμίες της.
"Γεγονότα και
νούμερα, νούμερα και γεγονότα", φωνάζουν οι πρώτοι, όπως ο κύριος
Γκράντγκριντ στους "Δύσκολους Καιρούς" του Ντίκενς. Αυτό που οι
συνδικαλιστές αντίπαλοι της μαζικής απεργίας, εννοούν με τις εκφράσεις "ιστορικός
χώρος" και "υλικές συνθήκες", είναι δυο πράγματα - από τη μια
μεριά, η αδυναμία του προλεταριάτου και από την άλλη η δύναμη του
πρωσο-γερμανικού μιλιταρισμού.
Η ανεπάρκεια των
εργατικών οργανώσεων και των ταμείων τους και οι πανίσχυρες πρωσικές λόγχες,
αυτά είναι τα "γεγονότα και οι αριθμοί" πάνω στα οποία αυτοί οι
συνδικαλιστές ηγέτες βασίζουν την πρακτική πολιτική τους. Βέβαια, τα ταμεία των
συνδικάτων όπως και οι πρωσικές λόγχες είναι αναμφισβήτητα υλικά και ιστορικά
φαινόμενα, μόνο που η πολιτική εκτίμηση που βασίζεται πάνω τους, δεν είναι
ιστορικός υλισμός σύμφωνα με τη Μαρξιστική έννοια, αλλά αστυνομικίστικος
υλισμός σύμφωνα με την έννοια του Πούτκαμμερ[1].
Οι αντιπρόσωποι του
αστυνομικού καπιταλιστικού κράτους υπολογίζουν την δύναμη του οργανωμένου
προλεταριάτου μια δοσμένη στιγμή και την υλική δύναμη που πηγάζει από τις
λόγχες και απ' τον συγκριτικό πίνακα των δυο αριθμών βγάζουν πάντα το καθησυχαστικό
συμπέρασμα, ότι το επαναστατικό εργατικό κίνημα δημιουργείται από μερικούς
υποκινητές και ταραξίες. Με τις φυλακές και τις λόγχες έχουμε ένα ικανοποιητικό
μέσο για να επιβληθούμε σε αυτό το "δυσάρεστο και περαστικό
φαινόμενο".
Η ταξικά συνειδητή
εργατική τάξη της Γερμανίας έχει από καιρό καταλάβει το γελοίο αυτής της
αστυνομικής θεωρίας, ότι δηλαδή ολόκληρο το σύγχρονο εργατικό κίνημα είναι
τεχνητό και αυθαίρετο προϊόν μιας χούφτας ασυνείδητων "υποκινητών και
ταραξιών".
Όμως, είναι η ίδια
αντίληψη που διατυπώνεται από δυο-τρεις άξιους συντρόφους που συγκροτούν
φάλαγγα εθελοντών νυχτοφυλάκων για να προφυλάξουν τη γερμανική εργατική τάξη
από τις παρακινήσεις ορισμένων "ρομαντικών της επανάστασης" και την
"προπαγάνδα τους για τη μαζική απεργία". Ή ακόμα, όταν απ’ την
αντίπαλη πλευρά, γινόμαστε μάρτυρες μιας αγαναχτισμένης και δακρύβρεχτης
εκστρατείας από εκείνους που, απογοητευμένοι μέσα στην αναμονή τους να εκραγεί
μια μαζική απεργία στη Γερμανία, θεωρούν τους εαυτούς τους υπονομευμένους από
δεν ξέρω ποιες "μυστικές" συμφωνίες της ηγεσίας του Κόμματος και της
Γενικής Επιτροπής των συνδικάτων.
Εάν το ξέσπασμα των
απεργιών, εξαρτιόταν από την πύρινη "προπαγάνδα" των
"ρομαντικών της επανάστασης" ή τις μυστικές ή δημόσιες αποφάσεις της
καθοδήγησης του Κόμματος, τότε μέχρι τώρα δεν θάχαμε καμμιά αξιόλογη μαζική
απεργία στη Ρωσία. Σε καμμιά χώρα -όπως έχω ήδη τονίσει από τον Μάρτη του 1905
στην Εργατική Εφημερίδα της Σαξωνίας- η μαζική απεργία δεν υπήρξε λιγότερο θέμα
προπαγάνδας ή ακόμα και συζήτησης απ’ ότι στη Ρωσία. Τα μεμονωμένα παραδείγματα
αποφάσεων και συμφωνιών της ηγεσίας του ρωσικού κόμματος με τις οποίες
επιχείρησε να οικειοποιηθεί τη μαζική απεργία -όπως η τελευταία απόπειρα τον
Αύγουστο του 1905 μετά τη διάλυση της Δούμας- είναι σχεδόν χωρίς καμιά αξία, Εάν
μας μαθαίνει κάτι η ρωσική επανάσταση, αυτό είναι πάνω απ' όλα ότι η μαζική
απεργία δεν φτιάχνεται "τεχνητά", ούτε αποφασίζεται
"μυστικά", ούτε "προπαγανδίζεται" γενικά, αλλά είναι ένα
ιστορικό φαινόμενο, που προκύπτει μια ορισμένη στιγμή της κοινωνικής κατάστασης
από ιστορική αναγκαιότητα.
Και δεν θα δοθεί βέβαια
απάντηση στο ζήτημα με αφηρημένες θεωρητικολογίες για τη δυνατότητα ή όχι, τη
χρησιμότητα ή τη βλαβερότητα της μαζικής απεργίας, αλλά με τη διερεύνηση
εκείνων των παραγόντων και εκείνων των κοινωνικών καταστάσεων, που προκαλούν τη
μαζική απεργία στη σημερινή φάση της πάλης των τάξεων.
Με άλλα λόγια, δεν
μπορούμε να κατανοήσουμε το πρόβλημα αυτό, ούτε να το συζητήσουμε, εκτιμώντας
τη μαζική απεργία υποκειμενικά, από τη σκοπιά, εάν είναι επιθυμητή ή όχι, αλλά
εξετάζοντας αντικειμενικά τα αίτια της μαζικής απεργίας, από της σκοπιά της
ιστορικής αναγκαιότητας.
Στην εξωπραγματική σφαίρα
της αφηρημένης λογικής ανάλυσης μπορούν να αποδειχθούν με το ίδιο κύρος τόσο η
απόλυτη αδυναμία και η ήττα όσο και η πλήρης δυνατότητα και η αναμφισβήτητη
νικηφόρα έκβαση της μαζικής απεργίας. Έτσι η αξία της απόδειξης είναι και στις
δυο περιπτώσεις η ίδια, δηλαδή καμιά. Επομένως, ο φόβος από την
"προπαγάνδιση" της μαζικής απεργίας, που οδήγησε ακόμα και στο τυπικό
ανάθεμα των θεωρούμενων ενόχων του εγκλήματος, δεν είναι παρά το προϊόν μιας
διασκεδαστικής παρεξήγησης.
Είναι ακριβώς τόσο
αδύνατο να "προπαγανδίζει" κανείς τη μαζική απεργία σαν αφηρημένο
μέσο ταξικής πάλης, όσο αδύνατο είναι να προπαγανδίζει την
"επανάσταση". Η "επανάσταση", όπως και η μαζική απεργία,
είναι έννοιες που από μόνες τους υποδηλώνουν μόνο μια εξωτερική μορφή της πάλης
των τάξεων και που έχουν νόημα και περιεχόμενο μόνο σε σχέση με συγκεκριμένες
πολιτικές καταστάσεις.
Το να επιχειρήσει κάποιος
να κάνει θέμα κανονικής προπαγάνδας τη μαζική απεργία γενικά σα μια μορφή
δράσης του προλεταριάτου, να πηγαίνει πόρτα πόρτα και να διαλαλεί αυτή την
"ιδέα" θέλοντας να κερδίσει σιγά-σιγά την εργατική τάξη, θάταν μια
τόσο άσκοπη και ανιαρή και ανούσια απασχόληση, όσο και το να επιχειρήσει κανείς
να κάνει θέμα μιας ιδιαίτερης προπαγανδιστικής παρέμβασης της ιδέα της
επανάστασης ή της μάχης στα οδοφράγματα. Η μαζική απεργία έχει βρεθεί τώρα στο
κέντρο του ζωηρού ενδιαφέροντος της γερμανικής και της διεθνούς εργατικής τάξης,
γιατί αντιπροσωπεύει μια καινούργια μορφή πάλης και σαν τέτοια αποτελεί ένα
προφανές σύμπτωμα βαθειών εσωτερικών επαναστατικών μεταβολών στις σχέσεις των
τάξεων και στις συνθήκες της πάλης των τάξεων, Το γεγονός ότι η μάζα των
γερμανών προλετάριων -παρά την πεισματική αντίδραση των συνδικαλιστικών
ηγεσιών- εκδηλώνει τόσο ζωηρά ενδιαφέρον γι' αυτό το ζήτημα μαρτυρά το υγιές
επαναστατικό της ένστικτο και την οξυδέρκειά της. Αλλά δεν ανταποκρίνεται
κανείς σ’ αυτό το ενδιαφέρον, σ’ αυτή τη δίψα για ιδέες και την επαναστατική
ορμή γιο δράση, αντιμετωπίζοντας σαν αφηρημένη νοητική άσκηση τη δυνατότητα ή
όχι της μαζικής απεργίας. Ανταποκρίνεται εξηγώντας την εξέλιξη της ρώσικης
επανάστασης, τη διεθνή σημασία της, την όξυνση των ταξικών αντιθέσεων στη
Δυτική Ευρώπη, τις ευρύτερες πολιτικές προοπτικές της πάλης των τάξεων στη
Γερμανία, το ρόλο και τα καθήκοντα των μαζών στους επερχόμενους αγώνες.
Μόνο με αυτή τη μορφή θα
οδηγήσει η συζήτηση για τη μαζική απεργία, στο πλάτεμα του διανοητικού ορίζοντα
του προλεταριάτου, στην όξυνση της ταξικής του συνείδησης, στο βάθεμα του
τρόπου σκέψης του και στο δυνάμωμα της δράσης του. Από αυτή την σκοπιά πάλι,
φαίνεται σε όλη της τη γελοιότητα η κριτική που έκαναν οι αντίπαλοι του
"επαναστατικού ρομαντισμού", κατηγορώντας τους οπαδούς του ότι κατά
το χειρισμό του ζητήματος δεν τήρησαν κατά γράμμα της αποφάσεις της Ιένας[2]. Οι οπαδοί αυτής της "ρεαλιστικής
πολιτικής" είναι ικανοποιημένοι με μια τέτοια απόφαση γιατί συνδέει κυρίως
τη μαζική απεργία με τη μοίρα της γενίκευσης του δικαιώματος ψήφου στις
βουλευτικές εκλογές.
Από αυτό συμπεραίνεται
ότι σχετικά με τη μαζική απεργία η άποψή τους περιορίζεται σε δυο πράγματα:
πρώτον, ότι η μαζική απεργία έχει μόνο ένα καθαρά αμυντικό χαρακτήρα. Δεύτερον,
ότι η ίδια υποτάσσεται στον κοινοβουλευτισμό και έχει μετατραπεί σε απλό
υποστήριγμα του κοινοβουλευτισμού. Η πραγματική ουσία της απόφασης της Ιένας,
βρίσκεται στην άποψη ότι με τη σημερινή κατάσταση στην Γερμανία μια επίθεση
της αντίδρασης στο εκλογικό δικαίωμα για το γερμανικό κοινοβούλιο, θα μπορούσε
κατά πάσα πιθανότητα νάναι ο παράγοντας που θάδινε το σύνθημα για μια περίοδο
θυελλωδών πολιτικών αγώνων, οπότε για πρώτη φορά θα μπορούσε να εφαρμοστεί
στη Γερμανία η μαζική απεργία σαν μέσο πάλης.
Εν τούτοις το να θέλει κανείς
να περιορίσει και να οριοθετήσει τεχνητά με το κείμενο ενός συνέδριου την
κοινωνική βαρύτητα και το ιστορικό πεδίο της μαζικής απεργίας, σαν φαινόμενο
και σαν πρόβλημα της πόλης των τάξεων, είναι η απόδειξη ότι συναγωνίζεται σε
στενοκεφαλιά την απόφαση για απαγόρευση της συζήτησης περί μαζικής απεργίας στο
συνδικαλιστικό συνέδριο της Κολωνίας. Με την απόφαση της Ιένας, η γερμανική
σοσιαλδημοκρατία επίσημα πήρε υπόψη της βαθειές μεταβολές που έγιναν με τη
ρώσικη επανάσταση στις διεθνείς συνθήκες της πάλης των τάξεων και εκδήλωσε την
ικανότητά της για προσαρμογή στις καινούργιες απαιτήσεις της νέας φάσης της
ταξικής πάλης. Αυτή είναι η σημασία του συνέδριου της Ιένας. Σ' ότι αφορά την
πρακτική εφαρμογή της μαζικής απεργίας στη Γερμανία, θα αποφασίσει η ιστορία,
για την οποία η σοσιαλδημοκρατία με τις αποφάσεις της αποτελεί σημαντικό
παράγοντα, μόνο ένα παράγοντα όμως ανάμεσα στους άλλους.
*Από το βιβλίο της Ρ.
Λούξεμπουργκ «Μαζική Απεργία, Κόμμα, Συνδικάτα», σελ 17-22, εκδόσεις ΕΡΓΑΤΙΚΗ
ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ Μάρτης 1997, Μτφ Κώστας Πίττας.
Σημειώσεις
[1]
Πρώσος υπουργός Εσωτερικών, 1881 - 1888. Το
πιο αντιδραστικό μέλος της κυβέρνησης του Βίσμαρκ.
[2]
Στο Συνέδριο της Ιένας το 1905, το
Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα της Γερμανίας ψήφισε υπέρ της μαζικής απεργίας, σαν
πολιτικό όπλο, αλλά με ένα τρόπο τόσο αφηρημένο που πρακτικά ήταν χωρίς καμιά
αξία.
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου